Σάββατο 20 Μαΐου 2017

ΤΑ «ΦΥΣΙΚΑ ΚΡΑΣΙΑ» ΤΗΣ ΑΝΕΜΩΤΙΑΣ! ΜΙΑ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΗ ΣΥΝΤΑΓΗ ΔΕΚΑΕΤΙΩΝ..!

Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο πολύς λόγος γίνεται για τα «φυσικά κρασιά» και η Ανεμώτια δεν έχει μείνει αμέτοχη. Πρόκειται για μια εναλλακτική «απάντηση» στο μοντέλο που συνθέτουν η παραγωγική αμπελουργία και η μαζική οινοπαραγωγή, φιλοδοξώντας να εισάγει την έννοια του «φυσικού», του μη παρεμβατικού, στο σύνολο της διαδικασίας της οινοπαραγωγής, όχι μόνο στην καλλιέργεια του εδάφους και στις καλλιεργητικές φροντίδες, αλλά και πέρα από αυτό, στην οινοποίηση, στην ωρίμαση, έως και στην εμφιάλωση του κρασιού.
Η «φιλοσοφία» των οινοπαραγωγών «φυσικών κρασιών» εδράζεται στο ότι η άμπελος, το περιβάλλον της και η επίγεια και υπόγεια ζωή της, αποτελούν ένα ζωντανό σύνολο, όπως άλλωστε και το ίδιο το κρασί, το οποίο δεν είναι απλώς χημικές ενώσεις, αλλά μια «ζωντανή» ύλη. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε χημική εισροή ή παρέμβαση σε όλα τα στάδια της οινοποίησης, με επιλεγμένες ζύμες και βακτήρια, με βιταμίνες και θρεπτικές ουσίες, με άζωτο, με οξέα, με ταννίνες κ.λπ., καθώς και η χρήση θειώδους (SO2), όπου κυμαίνεται από ελάχιστη έως μηδενική σε κάποιες περιπτώσεις, αλλοιώνει τις λεπτές και πολύπλοκες ισορροπίες των συστατικών στοιχείων του κρασιού.
Σε κάθε περίπτωση, τα «φυσικά κρασιά» και ό,τι τα αφορά δεν αποτελούν «δόγμα». Είναι ιδανικό, το οποίο ταιριάζει απόλυτα με την ιδέα της ονομασίας προέλευσης, δηλαδή του οικοσυστήματος στον κάμπο της Ανεμώτιας, του οινοπεδίου, του αμπελοτοπίου ή όπως αλλιώς θέλει να το πει κάποιος και στη θέληση-επιλογή κάποιων να σεβαστούν μέχρι κεραίας όλα τα φυσικά δεδομένα θεμελίωσης της ιδιαιτερότητάς του.
Στην Ανεμώτια διαχρονικά γίνονται βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση και πολλοί Ανεμωτίσιοι οινοπαραγωγοί παράγουν τα δικά τους «φυσικά κρασιά». Πρόκειται για οινοπαραγωγούς που εφαρμόζουν βιολογική ή βιοδυναμική αμπελουργία, ενώ τα κρασιά τους προέρχονται σε πολλές περιπτώσεις, από αυτόριζα, απρόσβλητα από φυλλοξήρα, γηραιά κλήματα, που σε συνδυασμό με την ελάχιστη οινολογική παρέμβαση προικίζονται με μοναδικό χαρακτήρα. Παράλληλα, έχουν αρχίσει να συμμετέχουν σε διάφορα Αθηναϊκά σαλόνια «φυσικών κρασιών», με εξαιρετική μάλιστα επιτυχία. Επίσης, γνωστοί Αθηναίοι οινογράφοι έχουν αναφερθεί επανειλημμένως σε αυτά, με άκρως επαινετικά σχόλια, ενώ σχετικές κάβες και εστιατόρια τα προτείνουν στην γκάμα των κρασιών τους.

Τετάρτη 17 Μαΐου 2017

Η ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΜΠΕΛΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Η βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα, εφαρμόζεται σε έκταση αμπελώνων οινοποιίας που ξεπερνά σήμερα τα 36.858 στρέμματα, τα 14.525 εκ των οποίων σε μεταβατικό στάδιο (στοιχεία του 2007). Όπως συμβαίνει σε όλες τις οινοπαραγωγικές χώρες του κόσμου, χρησιμοποιεί ήπιες πρακτικές φυτοπροστασίας και λίπανσης, σύμφωνα με τις μεθόδους της οργανικής γεωργίας, δίνοντας προτεραιότητα στην ισορροπία αμπέλου-περιβάλλοντος, καθώς και στη συντήρηση της ζωής του εδάφους.
Όπως σε όλο τον κόσμο, επιδίωξη αυτού που ασκεί βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα είναι η απόκτηση αμπελιών με μέτρια ζωηρότητα και μειωμένη βλάστηση (με σκοπό τις χαμηλές αποδόσεις), τα οποία θα διαθέτουν ικανοποιητική φυλλική επιφάνεια, ικανή να φωτοσυνθέτει καλά, παρέχοντας όμως και επαρκή αερισμό, που είναι ένα από τα σημαντικά «μυστικά» για τη σωστή και αποτελεσματική αντιμετώπιση των μυκήτων που προσβάλλουν το αμπέλι.
Για την αντιμετώπιση του ωιδίου, στη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα χρησιμοποιείται το θειάφι, σε σκόνη ή σε υγρή μορφή, ενώ για την αντιμετώπιση του περονόσπορου (και έμμεσα του βοτρύτη), ο θειοχαλκός, που είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στις αμπελοοινικές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας και όπου οι βροχοπτώσεις είναι αυξημένες κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο χαλκός, ως βαρύ μέταλλο που είναι, χρησιμοποιείται με φειδώ. Οι έλληνες αμπελουργοί και οι οινικές εκμεταλλεύσεις με βιολογικές καλλιέργειες περιορίζουν τη χρήση χαλκού στο ελάχιστο δυνατό, ενώ υπάρχουν φορές που αρνούνται να επέμβουν και μάλιστα κατ’ επανάληψη, χάνοντας μέρος της παραγωγής τους (κάτι όχι ασυνήθιστο για τους βιοκαλλιεργητές). Οι ισχυροί ελληνικοί άνεμοι, όπως είναι τα μελτέμια των Κυκλάδων και γενικότερα των νησιών του Αιγαίου, καθώς και οι υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες, ευνοούν το αμπέλι και δεν επιτρέπουν εκτεταμένη ανάπτυξη μικροοργανισμών. Έτσι, μόνο 2 με 3 περάσματα με θειάφι επαρκούν συνήθως για την καταπολέμησή τους.
Η ύπαρξη μεγάλου αριθμού ωφέλιμων ειδών της πανίδας βοηθά στη διατήρηση της ισορροπίας του άμεσου περιβάλλοντος των αμπελιών, που αποτελεί πολύ σημαντικό παράγοντα για τη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια στην Ελλάδα. Έντομα, όπως η ευδεμίδα, αντιμετωπίζεται με το Βάκιλο Θουριγγίας, ενώ για κάποια άλλα, πολλοί αμπελουργοί φροντίζουν… χειρωνακτικά. Τα διάφορα ζιζάνια καταπολεμούνται με μηχανικά μέσα, ενώ για τη λίπανση των αμπελώνων χρησιμοποιούνται αποκλειστικά επιτρεπόμενα βιολογικά σκευάσματα, ζωικής ή φυτικής προέλευσης (συχνά δε, «χωνεμένα» κοτσάνια και φλούδες σταφυλιών από αμπέλια βιολογικής καλλιέργειας). 
Πολλοί θιασώτες της βιολογικής αμπελοκαλλιέργειας στην Ελλάδα καταφεύγουν στη «χλωρή λίπανση». Πρόκειται για μια αρχαία γεωργική τεχνική, που ενσωματώνει με όργωμα στο έδαφος, φυτά πλούσια σε άζωτο, που τόσο έχει ανάγκη η άμπελος. Σε περιοχές που το νερό είναι επαρκές, οι βιοκαλλιεργητές αμπελουργοί αφήνουν τη φυσική βλάστηση στο αμπέλι, επιβάλλοντας έναν ανταγωνισμό, διατηρώντας έτσι τη ζωηρότητα των φυτών. Σε πιο ξηροθερμικές περιοχές, η φυσική αυτή βλάστηση ενσωματώνεται στο έδαφος με τα πρώτα ανοιξιάτικα οργώματα.